Το ημερολόγιο δείχνει 8 Δεκεμβρίου 1969 και η Κρήτη ζει –τρία χρόνια ακριβώς μετά- ξανά μια τραγωδία. Τότε ήταν το ναυάγιο του πλοίου «Ηράκλειο» που είχε γίνει ο τάφος 224 ανθρώπων. Τώρα, το αεροπλάνο που εκτελούσε την πτήση Χανιά-Αθήνα ήταν εκείνο που χάθηκε, παίρνοντας μαζί του 90 ψυχές.
Κι όμως μέχρι λίγα λεπτά νωρίτερα τίποτα δεν προδίκαζε την συμφορά που ερχόταν. Ο καιρός δεν ήταν ιδιαίτερα καλός, αλλά μιλάμε για χειμώνα, μερικές βδομάδες πριν τα Χριστούγεννα. Κανείς δεν περίμενε μια ηλιόλουστη πτήση. Όχι τουλάχιστον οι πιλότοι, οι οποίοι παρά το νεαρό της ηλικίας τους, ήταν και οι δύο πεπειραμένοι και όπως συνέβαινε εκείνη την εποχή με τα πληρώματα της Ολυμπιακής Αεροπορίας, και οι δύο πρώην πιλότοι στην Πολεμική Αεροπορία.
Ο κυβερνήτης λεγόταν Σπύρος Κουλουμουδιώτης και παρά το γεγονός ότι είχε μόλις κλείσει τα 35, είχε περισσότερες από 4.000 ώρες πτήσης. Και περίπου 550 πάνω στα συγκεκριμένα αεροσκάφη τύπου DC-6B, ενώ το βιογραφικό του συγκυβερνήτη, Γρηγόρη Γρηγοράκη, ήταν ανάλογο. Στα 37 του είχε 2.100 ώρες πτήσης εκ των οποίων σχεδόν 450 κάνοντας ακριβώς αυτή την δουλειά σε αυτόν τον τύπο αεροπλάνου.
Θεωρητικά, οι επιβάτες (85 άτομα) ήταν σε καλά χέρια και όλα έδειχναν πως παρά τις αντίξοες (αλλά όχι δραματικές) καιρικές συνθήκες θα έφταναν όλοι σώοι στον προορισμό τους.
Κανείς δεν μπορεί να πει με ακρίβεια τι συνέβη εκείνα τα καθοριστικά λεπτά πριν την προσγείωση την οποία ετοιμαζόταν να επιχειρήσουν οι πιλότοι. Βρίσκονταν πια λίγο πριν το σημείο «bravo», εκεί δηλαδή όπου μπαίνει το ILS, το «τυφλό» σύστημα προσγείωσης, βάσει οργάνων. Στις 20:41 ο κυβερνήτης ενημερώνει ότι φεύγει από τα 5.000 πόδια πάνω από το Σούνιο και ξεκινά την διαδικασία. Σε λίγα λεπτά θα βρίσκεται στον αεροδιάδρομο και λίγο μετά πλήρωμα και επιβάτες θα ενωθούν με τους δικούς τους ανθρώπους.
Κάτι που τελικά δεν συνέβη ποτέ…
Η καταιγίδα και οι δυνατοί άνεμοι φαίνεται πως είχαν παίξει τον ρόλο τους. Ο ελεγκτής διαπιστώνει πως η διαδικασία ILS δεν ακολουθείται. Το αεροπλάνο αντί να ευθυγραμμιστεί με τον διάδρομο, κατευθύνεται προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Προς το Πάνειο όρος, το Κερατοβούνι όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι στην Κερατέα. Εκεί όπου τελικά θα συναντούσαν το τέλος τους οι επιβαίνοντες.
Οι κάτοικοι αποσβολωμένοι παρακολουθούν την πορεία του DC προς τον όλεθρο. Βλέπουν τα φώτα του, ακόμη και τα φώτα στα παράθυρα είναι ορατά. Σε τόσο χαμηλό ύψος πετούσε πια. Λίγο έλειψε να χτυπήσει τον τρούλο του ναού του Αγίου Δημητρίου, πριν συνεχίσει να κατευθύνεται προς την κορυφογραμμή.
«Χάνω ύψος! Χάνω ύψος» ήταν τα τελευταία λόγια που βγήκαν από το στόμα του Σπύρου Κουλουμουδιώτη. Στις απέλπιδες απόπειρες του πύργου ελέγχου για επικοινωνία δεν υπήρξε ποτέ απάντηση. Μετά την δεκάλεπτη σιγή ασυρμάτου, όπως προβλέπουν οι κανονισμοί, δίδεται το σήμα για την κινητοποίηση του μηχανισμού. Οι κάτοικοι της Κερατέας και των γύρω περιοχών όμως έχουν ήδη ξεκινήσει την προσπάθεια εντοπισμού έχοντας δει με τα μάτια τους τι είχε συμβεί.
Στις ώρες που θα ακολουθήσουν θα εκτυλιχθούν τραγικές καταστάσεις. Με τον πόνο να ενώνεται με την απώλεια και την φρίκη να μετατρέπει ολόκληρη την περιοχή στο δικό της βασίλειο. Ο ήχος της έκρηξης και η εικόνα της φωτιάς δεν αφήνουν περιθώρια για αισιοδοξία και ελπίδα. Και όντως τα σωστικά συνεργεία απλά θα επιβεβαιώσουν εκείνο που γνωρίζουν οι πάντες. Όλοι οι επιβαίνοντες ήταν νεκροί…
Συνολικά 90 άτομα έχασαν εκείνο το βράδυ τη ζωή τους. Και αυτό ήταν το πιο πολύνεκρο αεροπορικό δυστύχημα στον ελληνικό εναέριο χώρο, μέχρι εκείνη την αποφράδα ημέρα (περίπου 36 χρόνια αργότερα) που η πτήση 522 των Αερογραμμών Helios άφησε πίσω της 121 πτώματα στο Γραμματικό. Εξακολουθεί, ωστόσο, να είναι το πιο θανατηφόρο αεροπορικό δυστύχημα στην ιστορία της Ολυμπιακής Αεροπορίας & να έχει και την θλιβερή πρωτιά ανάμεσα στα αεροσκάφη τύπου Douglas DC-6.
Περίπου 3 μήνες μετά την τραγωδία υπήρξε και το πόρισμα της επιτροπής εμπειρογνωμόνων. Σε αυτό αναφέρει χαρακτηριστικά: « η πιθανή αιτία της πτώσεως του αεροσκάφους υπήρξε το γεγονός ότι τούτο, λόγω εσφαλμένης εκτιμήσεως του κυβερνήτου, περεξέκλινε εκ του καθορισμένου ίχνους ενοργάνου προσεγγίσεως και κατήλθεν εις ύψος σημαντικώς χαμηλότερον του ύψους ασφαλείας, με συνέπειαν να προσκρούση επί του όρους Πάνειον όπου και συνετρίβη»… Μια τραγωδία που οφείλεται σε ανθρώπινα λάθη, αλλά πιθανότατα θα είχε αποφευχθεί εάν λειτουργούσε επί 24ώρου βάσης το ραντάρ στο Σούνιο, το οποίο είχε μπει τον προηγούμενο Απρίλιο, αλλά λειτουργούσε μόνο από τις 8 το πρωί μέχρι τις 8 το βράδυ…
πηγή: menshouse.gr