Έχει επηρεάσει τα πάντα, από τον σουρεαλισμό μέχρι τους X-Men.
Ο Φαντομάς -Fantômas γαλλιστί- δημιουργήθηκε το 1911. Μπορεί είναι να εγκληματίας αλλά είναι κύριος, που όμως διαπράττει φρικιαστικά, πολύπλοκα εγκλήματα χωρίς σαφή κίνητρα. Κρεμάει ένα θύμα στην καμπάνα μιας εκκλησίας, έτσι ώστε όταν χτυπάει η καμπάνα να στάζει αίμα κάτω. Προσπαθεί να σκοτώσει τον Juve, τον ντετέκτιβ που τον κυνηγάει, παγιδεύοντάς τον σε ένα δωμάτιο που γεμίζει σιγά-σιγά με άμμο. Γδέρνει ένα θύμα και κάνει γάντια από τα χέρια του για να αφήσει τα δακτυλικά αποτυπώματα του πτώματος σε όλη τη σκηνή του εγκλήματος.
Οι δημιουργοί του τον αποκάλεσαν “Ιδιοφυΐα του Εγκλήματος” και “Κύριο του Τρόμου”, αλλά παρέμεινε ένας γρίφος, με πάρα πολλές ταυτότητες, που μόνο ο Jove θα τον αναγνώριζε. Το πρώτο βιβλίο του ξεκινάει με μια φωνή που ρωτάει: “Ποιος είναι ο Φαντόμας;”
Δεν υπάρχει πραγματική απάντηση:
“Κανείς … Και όμως, ναι, είναι κάποιος!”
“Και τι κάνει αυτός ο κάποιος;”
“Σπέρνει τον τρόμο!”
Ο Φαντομάς ήταν απίστευτα δημοφιλής στα χρόνια του, ένας πολύ σκοτεινός κακοποιός που βοήθησε να οριστούν οι φανταστικοί κακοί του 20ου αιώνα. Η επιρροή του εμφανίζεται παντού, από υπερρεαλιστικούς πίνακες μέχρις τις ταινίες του Χίτσκοκ και τους X-Men. Ο Φαντομάς ήταν τόσο μυστηριώδης που μπορούσε να ανακαλυφτεί πολλές φορές. Αλλά σε όλες αυτές τις ανακαλύψεις, κανείς δεν βρήκε το κακό που όριζε τον αρχικό χαρακτήρα.
Ο Φαντομάς δημιουργήθηκε από δυο συγγραφείς στο Παρίσι, τον Pierre Souvestre και τον Marcel Allain, οι οποίοι άρχισαν να δουλεύουν μαζί ως δημοσιογράφοι που κάλυπταν την αυτοκινητοβιομηχανία των αρχών του 20ου αιώνα. Μερικές φορές γέμιζαν τον χώρο με ιστορίες ντετέκτιβ, οι οποίες προσέλκυσαν την προσοχή ενός εκδότη, ο οποίος τους μίσθωσε για να γράψουν μυθιστορήματα. Το συμβόλαιό τους όριζε ότι ήταν υποχρεωμένοι να γράφουν ένα μυθιστόρημα το μήνα. Έτσι, καθ’ οδόν στη συνάντηση με τον εκδότη, δημιούργησαν τον Φαντομά και τα επόμενα τρία χρόνια έφτιαχναν φανταστικές ιστορίες για τον κακοποιό τους.
Ο Φαντομάς χαρακτηρίστηκε από τα εγκλήματά του. Έκλεβε, υποκρινόταν, σκότωνε συχνά και σχεδόν αδιακρίτως. Σε μια ιστορία, ένα ραγισμένο τείχος αρχίζει να στάζει αίμα από τα πολλά θύματα που είχε κρύψει εκεί. Κίνητρό του φαινόταν να είναι η χαρά και μόνο του εγκλήματος.
Ως χαρακτήρας, έχει λίγα διακριτικά χαρακτηριστικά. Ακόμη και στα αρχικά βιβλία, η ταυτότητα του Φαντομά είναι εύπλαστη. Πολλές φορές αλλάζει ψευδώνυμα και συχνά μόνο ο Jove, ο ντετέκτιβ που τον κυνηγάει, τον αναγνώριζε. Είναι τόσο μυστηριώδης που μερικές φορές φαίνεται ότι μπορεί να τον είχε επινοήσει ο Juve ή ο ίδιος ο ντετέκτιβ να απέδιδε τα εγκλήματα διαφόρων σε έναν κατασκευασμένο κακοποιό. Όταν ο Φαντομάς εμφανίζεται περιβάλλεται με μαύρο χρώμα και μια μάσκα που κρύβει το πρόσωπό του. Στο τέλος 32 βιβλίων, ο Φαντομάς παραμένει τόσο μυστηριώδης όσο και στο πρώτο.
Αυτός ο σκιώδης κακοποιός κατέλαβε τις καρδιές και τα μυαλά του γαλλικού κοινού στις αρχές της δεκαετίας του 1910. Τα βιβλία του έγιναν αμέσως επιτυχία. Οι κινηματογραφικές εταιρείες συναγωνίζονταν για τα δικαιώματα παραγωγής και μέσα σε λίγα χρόνια έκανε την πρώτη του επανεμφάνιση σε μια σειρά βωβών ταινιών. Τα βιβλία εκδόθηκαν -με μεγάλη επιτυχία- σε Ιταλία και Ισπανία, όπου, το 1915 έγινε μιούζικαλ. Πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Φαντομάς ήταν παντού.
Οι Σουρεαλιστές έλκονταν πολύ από τον Φαντομά. Ακολουθούσε τη δική της λογική και όχι των ορθολογικών κανόνων της ευγενικής κοινωνίας. Σε μια ταινία του, ο Juve πιάνει τον Φαντομά σε ένα εστιατόριο. Φευ! Είχε πιάσει μόνο ένα ψεύτικο ζευγάρι χέρια και ο κακοποιός είχε δραπετεύσει!
Επειδή η αρχική σειρά του Φαντομά ήταν τόσο δημοφιλής, εξαπλώθηκε γρήγορα σε ολόκληρη την Ευρώπη: στην Ιταλία, την Ισπανία, την Αγγλία, τη Γερμανία και τη Ρωσία. Ήταν από τους πρώτους κακοποιούς που βγήκε σε ταινίες. Η σειρά του Φαντομά ήταν ένα από τα πρώτα μεγάλα έργα του Louis Feuillade. Οι τεχνικές του Feuillade επηρέασαν τον Fritz Lang, τον σκηνοθέτη του Metropolis, και με τη σειρά του τον Χίτσκοκ.
Καθώς τα θρίλερ εξελίχθηκαν ως είδος, ο Φαντομάς και οι μιμητές του εξαπλώθηκαν. Στην Ιταλία δημιουργήθηκε ο Za la Mort. Στην Αγγλία, κάποιος σκηνοθέτης δημιούργησε τον Ultus, ο οποίος προοριζόταν να είναι ένα συνειδητό αντίγραφο του Φαντομά. Μετά τα δεινά της πραγματικής ζωής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο κακοποιός έπεσε για λίγο σε δημοτικότητα. Αυτό μέχρι τη δεκαετία του ’60, όταν αναβίωσε σε μια γαλλική κινηματογραφική σειρά, μια τουρκική ταινία και ένα ιταλικό κόμικ. Το 1975, μια ισπανική ταινία, η Fantomas Versus the Multinational Vampires, απέτησε φόρο τιμής στον Feuillard.
Από την πρώτη του επανεμφάνιση όμως, όταν τα βιβλία μετατράπηκαν σε μυθιστορήματα, ο Φαντομάς είχε μαλακώσει.
Συχνά όμως, είχε κάποιο γενναίο κίνητρο. Ο σκηνοθέτης που δημιούργησε τον Ultus, θεωρούσε τον Φαντομά κάτι σαν τον Ρομπέν των Δασών, με ευγενή κίνητρα. Στις Η.Π.Α. ναι μεν ήταν κλέφτης αλλά ήταν τζέντλεμαν και όχι αυτός που ήταν. Σε μια σειρά μεξικανικών κόμικς στη δεκαετία του ’70, ήταν περισσότερο ήρωας παρά κακοποιός. Στα κόμικς X-Men, όπου ένας χαρακτήρας ονόματι Fantomex εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 2002, προσπαθεί να δράσει ως καλός κλέφτης αλλά αποκαλύπτεται γρήγορα ότι έχει δημιουργηθεί ως μέρος κυβερνητικού προγράμματος όπλων.
Παρόλο που ο Φαντομάς ήταν ένας εμβληματικός κακοποιός στις αρχές του 20ού αιώνα, ήταν πολύ κακός για να επιβιώσει στην αρχική του μορφή. Οι συγγραφείς προτίμησαν να κάνουν τους κακοποιούς τους λιγότερο γνωστούς, λογικούς και, τελικά, λιγότερο σκοτεινούς.
πηγή: 3otiko.blogspot.com