Παίζοντας με τις πιθανότητες: αν ζούσε σήμερα ο Ντέιβιντ Καραντάιν θα ήταν 84 ετών, καλοστεκούμενος κατά τα φαινόμενα, με τη μακριά λευκή χαίτη του, τα κάπως ασιατικά χαρακτηριστικά του αναλλοίωτα και την ευθυτενή θωριά του.
Δύσκολα θα είχε πέσει ξανά στο ποτό, αλλά ακόμη πιο δύσκολα θα είχε καταφέρει να απαλλαγεί από το μεγάλο του πάθος: τα ακραία ερωτικά παιχνίδια.
Αυτά, άλλωστε, τον «έφαγαν». Ήταν 3 Ιουνίου 2009 όταν βρέθηκε στην ντουλάπα ενός δωματίου, σε ξενοδοχείο της Μπανγκόκ, δεμένος με σχοινί, το οποίο είχε τυλιχθεί επιμελώς γύρω από το λαιμό και τα γεννητικά του όργανα. Η ταϊλανδέζικη αστυνομία υποψιάστηκε εξαρχής πως δεν πρόκειται για αυτοκτονία, αλλά για ατύχημα που προέκυψε από επικίνδυνες πρακτικές στο σεξ.
Τον Καραντάιν βρήκε με αδαμιαία περιβολή και μπλεγμένο σαν λυγαριά, μια καμαριέρα του ξενοδοχείου Park Nai Lert Hotel. Οι συνθήκες του θανάτου του δεν εξακριβώθηκαν ποτέ λεπτομερώς. Ο καθένας έδωσε τη δική του εκδοχή στην τραγική κατάληξη του Καραντάιν. Ο διευθυντής της ιατροδικαστικής ομάδας είπε πως πρέπει να πέθανε από αυτο-ερωτική ασφυξία. Μια πρακτική κατά την οποία ο παθιασμένος ερωτιδέας διακόπτει την παροχή αέρα στους πνεύμονές του για την αύξηση της ερωτικής ευχαρίστησης.
Να έπαθε ασφυξία; Να υπέστη καρδιακή προσβολή; Η αστυνομία είπε εν συνεχεία πως δεν υπήρχε ένδειξη άλλου παρτενέρ στο δωμάτιο. Ωστόσο, η πρώην σύζυγός του, Marina Anderson, (μια από τις πέντε που είχε) έγραψε στη συνέχεια ένα βιβλίο που άφηνε ανοιχτό το θέμα της δολοφονίας.
Στήριζε την άποψή της στο γεγονός ότι ο Καραντάιν ήθελε πάντα παρτενέρ στα ερωτικά παιχνίδια του και δεν του άρεσε ποτέ η κατά μόνας ευχαρίστηση. Το ότι είχε αποκλίνουσα ερωτική συμπεριφορά; Ούτε λόγος. Η Anderson αναφέρει πως αυτός ήταν ο λόγος που χώρισαν, ενώ παράλληλα αποκάλυψε πως ο Καραντάιν είχε κάποια στιγμή και «αιμομικτική σχέση με ένα πολύ στενό μέλος της οικογένειας», δίχως να αποκαλύψει πρόσωπα και καταστάσεις. Να σημειωθεί πως ο Καραντάιν έχει παντρευτεί πέντε φορές και έχει τρία παιδιά.
Αυτό μόνο ήταν, άραγε, ο Καραντάιν; Ένας ιδαλγός του Μαζόχ; Μια σκοτεινή φιγούρα; Μήπως η τελευταία πράξη του ανδρός -κυριολεκτικά και μεταφορικά- αμαυρώνει τα υπόλοιπα κεφάλαια της ζωής του; Η αλήθεια είναι ότι υπήρξε «μυστήριο τρένο» ως άνθρωπος. Παράξενος και ιδιαίτερος.
Οσο και αν τον έχουμε ταυτίσει με τις ασιατικές πολεμικές τέχνες, άλλωστε ξεκίνησε να γίνεται γνωστός τη δεκαετία του ’70 παίζοντας στη δραματική τηλεοπτική σειρά, «Kung Fu», ο Καραντάιν ήταν βέρος Αμερικανός και μάλιστα Καλιφορνέζος (με μπόλικο ιρλανδέζικο αίμα μέσα του, όμως). Στην εν λόγω σειρά είχε τον ρόλο του Caine. Επαιζε έναν κινέζο μάστερ των πολεμικών τεχνών που περιπλανιέται στην αμερικανική Δύση. Ενας μοναχικός ασιάτης cowboy.
Γεννήθηκε το 1936 στο Χόλιγουντ (παράξενο;) ως Τζον Αρθουρ Καραντάιν και προερχόταν από οικογένεια που έπαιζε στα δάχτυλα τη σόουμπιζ. Ο πατέρας του ήταν ο ηθοποιός Τζον Καραντάιν, ενώ και οι αδελφοί του (Μπρους, Ρόμπερτ και Κιθ) ήταν επίσης ηθοποιοί.
Κλασική περίπτωση καρατερίστα ηθοποιού που έπαιξε στην ουσία έναν ρόλο πολλαπλασιασμένο σε διάφορες ταινίες. Ποτέ δεν κατάφερε να ξεφύγει απ’ αυτό το στεγανό, σε σημείο το πρόσωπό του να θυμίζει πλέον περισσότερο Ασιάτη και λιγότερο Αμερικανό. Για τέτοια ταύτιση μυθοπλασίας και πραγματικότητας έχουμε να κάνουμε.
Ο Ταραντίνο τον λάτρεψε. Τυχαίο; Επίσης, όχι. Μόνο ένας τέτοιος ιδιοσυγκρασιακός σκηνοθέτης μπορούσε να κατανοήσει το βάθος της καλτ φιγούρας του Καραντάιν και να τον βάλει να παίξει ουσιαστικό ρόλο στις ταινίες του «Kill Bill» (2003) και «Kill Bill II» (2004). Εκεί υποδύεται έναν σκληρό και άνευ συναισθημάτων δολοφόνο. Αν ήταν καλός; Κάτι παραπάνω από άψογος θα λέγαμε. Εγινε ο ρόλος. Επειτα από αυτές τις δύο ταινίες αναβαπτίστηκε το «χαρτί» του στο Χόλιγουντ. Λες και γεννήθηκε καλλιτεχνικά δεύτερη φορά. Και πάλι, όμως, ως καλτ φιγούρα.
Ο Καραντάιν στην πραγματικότητα ήταν βουτηγμένος πάντα στα πάθη. Κάποια στιγμή είχε μιλήσει ανοιχτά για τις καταχρήσεις του. Για χρόνια ήταν πότης και χρήστης ναρκωτικών. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε καταφέρει να ξεφύγει από τη στενωπό των έξεων, ενώ φίλοι και συγγενείς έλεγαν πως δεν είχε ιστορικό κατάθλιψης. Από την άλλη, στη ζωή του είχε συλληφθεί τέσσερις φορές. Αλλοτε για κατοχή ναρκωτικών, άλλοτε για απόπειρα διάρρηξης και κακόβουλη συμπεριφορά (κυκλοφορούσε γυμνός στη γειτονία του κάτω από την επήρεια του πεγιότ) κι άλλοτε για επίθεση σε αστυνομικό όργανο. Βίος και πολιτεία ο μακαρίτης.
Το 2004 σε συνέντευξή του στους Irish Times θα παραδεχθεί: «Υπήρχε μόνο μια περίοδος μερικών ετών όπου έπινα πάρα πολύ. Ήταν την άνοιξη του 1996 όταν ένας φίλος μου, μέντορας, με προέτρεψε να το κόψω. Μου αρέσει να πιστεύω ότι σταμάτησα να πίνω την ημέρα του Αγίου Πατρικίου, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ένα μήνα αργότερα ».
Είναι κρίμα η τελευταία εικόνα ενός δημόσιου άντρα, ειδικά ενός καλλιτέχνη, να έρχεται από την απόκρυφη περιοχή των ιδιωτικών του στιγμών, όμως, στην περίπτωσή του αυτό συνέβη. Κι όμως, η ιρλανδική καταγωγή του, σε συνδυασμό με τα αμφίσημα χαρακτηριστικά του τού έδωσαν το δικαίωμα να παίξει το δικό του -έστω δευτεροκλασάτο, ρόλο στον κόσμο του Χόλιγουντ.
Η τελευταία του ταινία ήταν κι αυτή γεμάτη δράση, πολεμικές τέχνες και Κινέζους. Ηταν το Crank: High Voltage όπου πρωταγωνιστούμε με το όνομα Πουν Ντονγκ και υποδυόταν έναν κινέζο γκάνγκστερ. Τι άλλο;
Ελάχιστοι, πάντως, γνωρίζουν πως ο Καραντάιν είχε πάθος και με τη μουσική. Τραγουδούσε, έπαιζε πιάνο, κιθάρα και φλάουτο. Ηχογράφησε ένα άλμπουμ με τίτλο Grasshopper, το οποίο κυκλοφόρησε το 1975, ενώ συχνά πυκνά στις ταινίες που έπαιζε ενσωμάτωνε με εύσχημο τρόπο και το μουσικό του τάλαντο. Για να ξέρετε: ένα φλάουτο που παίζει στο Kill Bill δικό του είναι. Το έφτιαξε με τα χεράκια του από μπαμπού. Επίσης, έγραψε score για ταινίες που πρωταγωνίστησε με καλύτερα από όλα αυτά που εμπνεύστηκε για τις ταινίες Americana και Sonny Boy. Μάλιστα, ο πρώτος στίχος από το θέμα του Sonny Boy, «Paint», είναι χαραγμένος στην ταφόπετρα του.
Ο στίχος αναφέρει τα εξής: «”I’m lookin’ for a place where the dogs don’t bite, and children don’t cry and everything always goes just right. And brothers don’t fight.». Επί το ελληνικότερο: «Ψάχνω για ένα μέρος που τα σκυλιά δεν δαγκώνουν, τα παιδιά δεν κλαίνε και όλα πάνε καλά. Και τα αδέλφια δεν πλακώνονται». Μπορεί και να το βρήκε αυτό το μέρος. Ποιος ξέρει;
Πηγή : Andro.gr