Το μόνο που χρειάζεται το κακό για να δυναμώσει είναι οι καλοί να μην κάνουν τίποτα, Edmurd Burke.
Αυτό το άρθρο έχει ως σκοπό να δώσει βασικές και χρήσιμες πληροφορίες σε όσους ενδιαφέρονται να μάθουν περισσότερα για το κοινωνικό και ψυχολογικό φαινόμενο που οι κοινωνικοί ψυχολόγοι ονομάζουν και είναι γνωστό ως “απάθεια του θεατή”.
Έτυχε ποτέ να ακούσεις ιστορίες π.χ. για την αδιαφορία που μπορεί να δείχνουν πολλοί περαστικοί σε έναν πολυσύχναστο δρόμο σε έναν άνθρωπο που μόλις έπεσε στο πεζοδρόμιο; Ή να δεις την ομήγυρη που δημιουργείται γύρω από έναν τσακωμό στο δρόμο ή γύρω από ένα ατύχημα όπου οι άνθρωποι παρακολουθούν τι συμβαίνει αλλά κανείς δεν φαίνεται να επεμβαίνει ή ακόμα να καλεί έγκαιρα σε βοήθεια;
Έχεις ίσως ποτέ εσύ ο/η ίδιος βρεθεί σε μια τέτοια θέση θεατή αναρωτώμενος/η μετά αν θα μπορούσες να είχες κάνει κάτι;
Τι είναι η Απάθεια του Θεατή;
Είναι το κοινωνικό και ψυχολογικό φαινόμενο του να μην παρεμβαίνει ένας άνθρωπος ή μια ομάδα ανθρώπων σε μια κατάσταση όπου κάποιος άλλος ή άλλοι άνθρωποι χρειάζονται βοήθεια. Έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει η τάση ένας άνθρωπος όταν είναι μόνος του να τείνει να βοηθήσει περισσότερο απ’ όταν βρίσκεται μέσα σε μια ομάδα ανθρώπων. Για ποιο λόγο πιστεύεις ότι μπορεί να συμβαίνει αυτό;
Μερικά παραδείγματα είναι:
- Το να αφήσεις ένα φίλο να οδηγήσει μεθυσμένος.
- Να μην αντιμετωπίσεις ή να μη βοηθήσεις ένα συνάδελφο που βλέπεις ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί καλά στη δουλειά του λόγω αρνητικού στρες, υπερκόπωσης ή κάποιου είδους εξάρτησης.
- Όταν ένας εκπαιδευτικός αδιαφορεί για τον όλο και πιο απόμακρο μαθητή που βλέπει καθημερινά στην τάξη του.
- Να στέκει κανείς αδιάφορος απέντατι σε ρατσιστικά, ομοφοβικά, μισογυνίστικα σχόλια ή/και συμπεριφορές.
Ένα από τα κύρια κίνητρα που προτείνουν οι κοινωνιολόγοι ότι διαμορφώνουν το φαινόμενο της απάθειας του θεατή είναι η διασκόρπιση της ευθύνης δηλαδή ότι “ο καθένας” ελπίζει ότι “ο άλλος” θα κάνει το πρώτο βήμα και θα επέμβει στην κατάσταση κι έτσι θα αποφύγει τις συνέπειες που θα μπορούσε να έχει η επέμβασή του.
Όταν σε μια ομάδα ανθρώπων κανένας δεν επεμβαίνει από την ομάδα τότε το να είσαι μέλος αυτής της ομάδας αποτελεί δικαιολογία για να τη μη – επέμβαση. Έτσι μειώνονται οι πιθανότητες να φορτωθεί κάποιος τις ευθύνες των (αρνητικών) αποτελεσμάτων.
Ποιος είναι ο θεατής (ή παρατυχών);
Ο θεατής (ή παρατυχών) είναι η ονομασία που δίνεται σε έναν άνθρωπο, που δεν επεμβαίνει ενεργά σε μια κατάσταση, όπου κάποιος άλλος χρειάζεται βοήθεια. Εξ ορισμού, λοιπόν, οποιοσδήποτε επεμβαίνει ενεργά σε μια κρίσιμη κατάσταση δεν είναι θεατής. Φυσικά, οι άνθρωποι μπορεί να επέμβουν για καλό ή κακό λόγο – το ανθρώπινο κίνητρο μπορεί να είναι ανακατεμένο.
“Δεν θέλω ν’ ανακατευτώ”
Παρακάτω αναφέρω μερικά από τα πιο συνηθισμένα “σλόγκαν” που χρησιμοποιούνται όταν κάποιος παίρνει το ρόλο του θεατή (Clarkson, 1996):
- Δεν είναι η δουλειά μου.
- Θέλω να παραμείνω ουδέτερος/η.
- Δεν θέλω να ταράξω τα νερά.
- Δεν θέλω να την ξαναπατήσω.
- Απλά ακολουθώ εντολές.
- Η κατηγορία του θύματος (φταίνε τα θύματα που έφεραν τον εαυτό του σε αυτή τη θέση).
- Η βοήθειά μου δεν θα προσφέρει τίποτα.
Η κάθε μια από αυτές τις προτάσεις/αντιλήψεις έχει να κάνει με τον λόγο για τον οποίο κάποιος/α επιλέγει να μην επέμβει σε μια κατάσταση. Όμως, αν είσαι παρών/ούσα έχεις ήδη αναμειχθεί! Δεν συμβαίνει το ίδιο όταν π.χ. παρακολουθείς τηλεόραση. Όταν, όμως, παρακολουθείς γεγονότα που εκτυλίσσονται μπροστά σου, πώς γίνεται – από τη στιγμή που είσαι παρών/ουσα – να μην υπάρχεις;
Ο ψυχολόγος Mark Tyrell αναφέρει: “Φαίνεται ότι αρκετοί άνθρωποι θα ριψοκινδύνευαν ακόμα και το να πεθάνει ένας συνάνθρωπός τους παρά να πάνε αντίθετα στο ρεύμα της πλειονότητας” – δηλαδή στο να δράσουν εκείνη την ώρα διαφορετικά από τους περισσότερους γύρω τους.
Τι θα γινόταν άραγε αν οι άνθρωποι μιλούσαν ανοιχτά ή δρούσαν ενεργά νωρίτερα; Αν, κατά το δυνατόν, προσπαθούσαν περισσότερο να προλαμβάνουν παρά να σπεύδουν εκ των υστέρων να αντιμετωπίζουν τα δυσάρεστα αλλά κάποιες φορές ίσως και προβλέψιμα αποτελέσματα; Αν δεν έκρυβαν τα βρώμικα μυστικά κανενός;
Ήξερες ότι:
Μία από τις πιο ανησυχητικές συνέπειες της συναισθηματικά υπερφορτισμένης πληροφόρησης είναι η απευαισθητοποίηση;
Ότι δηλαδή ‘όταν οι άνθρωποι εκτίθενται υπερβολικά σε υλικό που προκαλεί φόβο και ανησυχία, τότε έχουν την τάση να απευαισθητοποιούνται, να ξεχνούν ή να μην αισθάνονται πια τόσο βιασμένοι, ώστε να είναι εχθρικοί και μη-δεκτικοί απέναντι σε ολόκληρο το μήνυμα (Rogers Macy, 1983). Aυτό φαίνεται να οδηγεί σε ολοένα και μεγαλύτερο κυνισμό και ανοχή αισχρών πράξεων.
Μια από τις πρώτες ασκήσεις σε υποψήφιους βασανιστές στην Ελλάδα ήταν να εξασκηθούν στην “Aπάθεια του Θεατή” (Χαρίτου – Φατούρου, 1983).
Ακόμα και μόνο η παρουσία ενός τρίτου προσώπου μπορεί να μειώσει την πιθανότητα ή ακόμα και να σταματήσει κάποιον που έχει την πρόθεση να σε απειλήσει ή να σου επιτεθεί, μειώνοντας τις πιθανότητες να συμπεριφερθείς με την απάθεια του θεατή.
Έχει βρεθεί ότι οι άνθρωποι που γνωρίζουν για το φαινόμενο της απάθειας του θεατή έχουν λιγότερες πιθανότητες να γίνουν απαθείς θεατές και είναι πιο προστατευμένοι από το φαινόμενο αυτό σε σχέση με όσους δεν το γνωρίζουν.
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια θα ήταν εύλογο να αναρωτηθεί κανείς, μήπως χρειάζεται να μάθουμε περισσότερα για τον εαυτό μας και για το πώς μπορούμε να συνυπάρχουμε καλύτερα με τους συνανθρώπους μας;
Μήπως δεν είναι και τόσο ρεαλιστικό να υποθέτουμε ότι η δική μας συμπεριφορά είναι πάντα μόνο δική μας και δεν επηρεάζει τους άλλους;
Κάποιος είχε πει ότι “Ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις”, με άλλα λόγια η πρόθεση χωρίς δράση – όπως π.χ. στην περίπτωση της Catherine Genovese – φαίνεται να είναι κάτι παραπάνω από άχρηστη.
Το να συμπαρασταθείς ή να βοηθήσεις ενεργά σε μια κατάσταση δεν σημαίνει πάντα ότι χρειάζεται μια δραστική ή ηρωική πράξη. Μπορεί να έχει πολλές μορφές.
Επίσης, κάποιες φορές μπορεί να μην είναι εύκολη υπόθεση, να αποτελεί δίλημμα. Εσύ μόνο ξέρεις και είναι δική σου απόφαση για το πώς θα επιλέξεις να πράξεις ή όχι. Όποια κι αν είναι πάντως η απόφασή σου, μπορεί να έχει κάποια σημασία καθώς όλα είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους: Γεννιόμαστε λόγω μιας σχέσης, τρεφόμαστε μέσα σε σχέσεις, εκπαιδευόμαστε μέσα σε σχέσεις. Εκπροσωπούμε κάθε βιολογική και κοινωνική σχέση των προγόνων μας καθώς υπάρχουμε και αλληλεπιδρούμε μέσα σ’αυτό το χώρο που ονομάζουμε «κοινωνία»’ (Cottone, 1988).
Συγγραφή – Επιμέλεια Άρθρου
Άρτεμις Αντωνίου – Ψυχοθεραπευτής
πηγή: psychology.gr