To Μαντείο των Δελφών ήταν το γνωστότερο μαντείο της Αρχαίας Ελλάδας και του τότε γνωστού κόσμου. Βρίσκεται στους Δελφούς. Θεωρείται ότι το σημείο όπου κτίστηκε ήταν ο ομφαλός της γης, γιατί, σύμφωνα με την παράδοση, όταν ο Δίας άφησε δύο αετούς, έναν προς την Ανατολή και έναν προς την Δύση, συναντήθηκαν στους Δελφούς.
Ήταν αφιερωμένο στον θεό Απόλλωνα. Η Πυθία ήταν το διάμεσο, με το οποίο επικοινωνούσε ο θεός, και έδινε τους χρησμούς, που καταγράφονταν και ερμηνεύονταν από τους ιερείς.
Ίδρυση
Στην ίδια περιοχή ενδέχεται να προϋπήρχε λατρευτικό κέντρο, στο οποίο τιμούσαν τη θεά Γη ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή.
Οι ανασκαφές στο ιερό της Αθηνάς Προναίας έχουν αποκαλύψει μυκηναϊκά ειδώλια τα οποία έχουν κατά καιρούς συσχετιστεί με τη λατρεία αυτή.
Η ίδρυση του μαντείου θεωρείται ότι οφειλόταν στην ύπαρξη ενός χάσματος, από το οποίο έβγαιναν αέρια, τα οποία, εισπνεόμενα, έκανε να περνούν οι άνθρωποι σε μια κατάσταση έκστασης.
Σύμφωνα με τον μύθο, μάλιστα, την ιδιότητα αυτή ανακάλυψε ένα κατσίκι, το οποίο πλησίασε στο χάσμα και άρχισε στη συνέχεια να συμπεριφέρεται περίεργα.
Ο βοσκός, παρατηρώντας το, πλησίασε κι αυτός και στη συνέχεια άρχισε να προφέρει ακατάληπτα λόγια.
Σύμφωνα με μια νεώτερη έρευνα η ύπαρξη χάσματος αμφισβητείται ενώ υποστηρίζεται ότι η συμπεριφορά της κατσίκας και όλη η μαντική διαδικασία της Πυθίας βασιζόταν στις φαρμακολογικές ιδιότητες των φύλλων ροδοδάφνης (Nerium oleander).
Σύμφωνα με τη μυθολογία, φύλακας της Κασταλίας πηγής, που επίσης συνδεόταν με τη χρησμοδοτική ικανότητα του μαντείου, ήταν ο δράκος Πύθωνας, τον οποίο σκότωσε ο Απόλλων με το τόξο και τα βέλη του.
Αυτή η πράξη σήμανε την ήττα των προηγούμενων λατρειών. Έκτοτε η λατρεία του Απόλλωνα κυριάρχησε. Η μεταστροφή αυτή τοποθετείται στην Υπομυκηναϊκή ή πρώιμη Γεωμετρική περίοδο. Στην Ιλιάδα αναφέρεται ήδη σαν ένας πλούσιος και ιερός χώρος.
Η μαντική τέχνη και η μετάβαση από τις Θρίες στην Πυθία
Με την έναρξη της λειτουργίας του ιερού του Απόλλωνα στους Δελφούς εξαπλώθηκε η φήμη πως ο θεός Απόλλωνας κατοικούσε μέσα στο ιερό του φυτό, τη δάφνη, και πως μέσα από το θρόισμα των φύλλων του φυτού προφήτευε δίνοντας χρησμούς για τα μελλούμενα.
Σύμφωνα με την παράδοση και τη μυθολογία, τη μαντική τέχνη φαίνεται πως δίδαξαν στον θεό Απόλλωνα οι Θρίες, τρεις φτερωτές νύμφες και κόρες του Δία, όταν ο θεός έτυχε να βόσκει τα βόδια του στον Παρνασσό.
Είναι πιθανόν οι Θρίες να διατηρούσαν κληρομαντείο στην περιοχή του Παρνασσού, που δεν αποκλείεται να αποτέλεσε μια πρώτη μορφή κατά μίμηση του οποίου φτιάχτηκε και ιδρύθηκε το Μαντείο των Δελφών.
Σε αυτό το μαντείο χρησιμοποιούνταν η κλήρωση στη διαδικασία της χρησμοδοσίας. Οι κλήροι ρίχνονταν σε ένα δοχείο, από όπου επιλέγονταν ένας ή περισσότεροι και τα συμπεράσματα προέκυπταν από το σχήμα και το χρώμα τους, το οποίο φαίνεται να είχε ιδιαίτερη σημασία.
Στο χώρο των Δελφών, φαίνεται πως είχαν λειτουργήσει κατά σειρά τριών ειδών μαντεία: Το χθόνιο, που χρησμοδοτούσε μέσω της εγκοίμησης, το κληρομαντείο και εν τέλει το απολλώνιο μέσω της δάφνης.
Ωστόσο, από τότε που η λατρεία του Απόλλωνα συνδυάστηκε με αυτή του Διονύσου, ο οποίος λατρευόταν από τους οπαδούς του μέσα σε κατάσταση έκστασης, παραφοράς και ιερής μανίας, υιοθετήθηκε ένας νέος τύπος χρησμοδότησης.
Ο Απόλλων προφήτευε πια μέσω της Πυθίας, που λειτουργούσε ως δίαυλος και φερέφωνο του θεού.
Με το μάσημα φύλλων δάφνης καθώς και με την επίδραση ατμών και άλλων αναθυμιάσεων που έρχονταν από το άνοιγμα στα άδυτα του Μαντείου, η Πυθία έδινε τους θεϊκούς χρησμούς μέσα σε μια κατάσταση εκστατικής και ιερής μέθης.
Η Πυθία καθόταν πάνω σε έναν ψηλό, επίχρυσο τρίποδα, επάνω από το χάσμα του ναού. Αρχικά, οι γυναίκες που αναλάμβαναν το ρόλο της ιέρειας Πυθίας ήταν νέες, όμορφες και παρθένες.
Ωστόσο, μετά την απαγωγή και τη διαφθορά μια νεαρής Πυθίας από τον Εχεκράτη τον Θεσσαλό που την ερωτεύτηκε και την έκλεψε, ο θεσμός αυτός άλλαξε.
Επέλεγαν πια για το ρόλο αυτό μια γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας, άνω των πενήντα ετών.
Οι Πυθίες μεγαλύτερης ηλικίας εξακολουθούσαν να ντύνονται σαν νεαρές κόρες και να στολίζονται με κοσμήματα. Κατά την παράδοση, πρώτη Πυθία υπήρξε η Φημονόη.
Τελετουργικό χρησμοδοσίας
Οι επισκέπτες που ζητούσαν χρησμό από την Πυθία ονομάζονταν θεοπρόποι και κατά το τελετουργικό του Μαντείου έπρεπε να καθαριστούν αρχικά με νερό από την Κασταλία πηγή, πληρώνοντας έναν ορισμένο αντίτιμο, το λεγόμενο πελανόν, που δεν ήταν ίδιο για όλους, ενώ έπρεπε να προσφέρουν και θυσία στο ναό του Απόλλωνα, συνήθως ένα κατσίκι.
Το ζώο έπρεπε να μην είχε κάποιο ελάττωμα, ενώ απαραίτητος οιωνός για να μπορέσει η Πυθία να δώσει χρησμό, ήταν να αρχίσει το ζώο να τρέμει. Για το λόγο αυτό κατάβρεχαν το θύμα με κρύο νερό.
Σύμφωνα με μια νεώτερη έρευνα η συμπεριφορά της κατσίκας εξηγείται από τις φαρμακολογικές ιδιότητες των φύλλων ροδοδάφνης (Nerium oleander), εκχύλισμα των οποίων δινόταν δοκιμαστικά στην κατσίκα πριν το πιεί η Πυθία.
Ανάμεσα στους θεοπρόπους υπήρχε μια ιεράρχηση, σχετικά με το ποιος προηγούνταν στη χρησμοδοσία. Οι πρώτοι που δικαιούνταν να λάβουν χρησμό ήταν οι κάτοικοι των Δελφών.
Ακολουθούσαν όσοι είχαν τιμηθεί από του Δελφούς με το προνόμιο της προμαντείας και έπειτα οι υπόλοιποι. Μέσα στις δύο τελευταίες ομάδες, η σειρά κανονιζόταν με κλήρο.
Παρόμοιες τελετουργίες κάθαρσης ακολουθούσε και η Πυθία. Ύστερα από κάποια τυπική διαδικασία, κατέβαινε στο λεγόμενο άδυτον, κάτω από το σηκό του ναού του Απόλλωνα, όπου άκουγε την ερώτηση από τους ιερείς που βρίσκονταν σε έναν διπλανό μικρό χώρο που ονομαζόταν οίκος.
Στη συνέχεια έπεφτε σε έκσταση ενώ οι ιερείς κατέγραφαν και ερμήνευαν τα λόγια που πρόφερε. Την επιμέλεια του Μαντείου είχαν πέντε άνδρες, κάθε ένας από τους οποίους ανήκε σε μια από πέντε μεγάλες οικογένειες των Δελφών που ονομάζονταν Δευκαλιωνίδες. Αυτοί ονομάζονταν όσιοι, ενώ ο επικεφαλής τους προφήτης.
Οι χρησμοί και η σημασία τους στον Αρχαίο Ελληνικό κόσμο
Αρχικά οι χρησμοί δίνονταν μόνο μια φορά το χρόνο, την 7η του μήνα Βύσιου, γενέθλια ημέρα του Απόλλωνα.
Με την αύξηση της επισκεψιμότητας του Μαντείου, οι χρησμοί δίνονταν την 7η κάθε μήνα, εκτός από τους χειμερινούς, καθώς τότε, σύμφωνα με τον μύθο, ο Απόλλωνας έφευγε από τους Δελφούς και πήγαινε στους Υπερβορείους.
Οι χρησμοί αυτοί, που η φύση τους μας έγινε γνωστή τόσο από επιγραφές όσο και από τα έργα αρχαίων συγγραφέων όπως ο Ηρόδοτος, αποτελούσαν για τον Ελληνικό κόσμο της εποχής νόμο, κάνοντας το Μαντείο ένα είδος ρυθμιστή για πολύ σημαντικά θέματα όπως πόλεμοι ή αποικισμοί, δίνοντάς του έτσι τεράστια δύναμη.
Οι νόμοι για παράδειγμα της Σπάρτης, εισήχθησαν από τον Λυκούργο με το κύρος του Μαντείου, ενώ οι αποικίες στην κάτω Ιταλία ή τον Εύξεινο Πόντο ιδρύονταν αφού οι πόλεις το συμβουλεύονταν.
Την περίοδο του 7ου και 6ου π.Χ. αιώνα, με την αύξηση της ανάγκης για νέες αποικίες το Μαντείο των Δελφών γνωρίζει και την μεγαλύτερή του ακμή. Αυτές τιμούσαν τον Απόλλωνα σαν Αρχηγέτη, ενώ αρκετές έπαιρναν το όνομα Απολλωνία.
Οι χρησμοί τις παλαιότερες εποχές ήταν γνωστοί για το διφορούμενο νόημά τους. Αρκετές ήταν οι φορές που το Μαντείο δεν κρατούσε αμερόληπτη στάση, αλλά έπαιρνε απροκάλυπτα το μέρος μιας παράταξης, όπως για παράδειγμα στον Πελοποννησιακό πόλεμο που πήρε το μέρος των Λακεδαιμονίων.
Επίσης, κατά τους Περσικούς Πολέμους είχε κατηγορηθεί για φιλοπερσική στάση. Όμως, οι υπηρεσίες του δίνονταν προς όλους, άσχετα με την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στις περιοχές τους. Το Μαντείο είχε απήχηση και εκτός ελληνικού κόσμου.
Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι σημαντικοί ηγεμόνες της Μικράς Ασίας, όπως ο Μίδας, ο Γύγης, ο Αλυάττης και ο Κροίσος παραδέχτηκαν την υπεροχή του έναντι άλλων μαντείων,
το συμβουλεύτηκαν σε σημαντικές στιγμές της καριέρας τους και στη συνέχεια το αντάμειψαν με πλουσιότατα δώρα.
Βιβλιογραφία:
Δελφοί, εκδόσεις EXPLORER ISBN 960-83035-51-6
Ρομπέρτο Καλάσσο, Οι γάμοι του Κάδμου και της αρμονίας, εκδόσεις «ΓΝΩΣΗ», 1991 ISBN 960-235493-3
el.wikipedia.org
πηγή: difernews.gr