Το «Έθνος» κατέγραψε την εγκατάλειψη του κτιρίου και µίλησε µε τους ανθρώπους που σηµάδεψαν την πορεία του και έζησαν από κοντά την άνοδο και την πτώση του
Χριστούγεννα στην Αθήνα του 1970.
Μια φαντασµαγορική ποµπή, αποτελούµενη από φιλαρµονικές, µαζορέτες, ήρωες του Ντίσνεϊ και χιλιάδες παιδιά, συνοδεύει τον Αγιο Βασίλη από το αεροδρόµιο του Ελληνικού µέχρι την οδό Πατησίων. Εκεί, στον έκτο όροφο του κτιρίου που βρίσκεται στη συµβολή µε τη Σατωβριάνδου, την υποδέχεται ο ιδιοκτήτης του Μινιόν, Γιάννης Γεωργακάς. Οι εφηµερίδες της εποχής κάνουν λόγο για το γεγονός της χρονιάς. Για όσους έζησαν από κοντά τη διαδροµή του Μινιόν, ήταν µία από τις πολλές σκηνές που χαρακτήρισαν τη σύγχρονη ιστορία της Αθήνας.
Μισό αιώνα µετά, η εταιρεία Folli Follie, ο τελευταίος ιδιοκτήτης του ιστορικού κτιρίου από τα µέσα της δεκαετίας του 2000, βάζει πωλητήριο στο θρυλικό πολυκατάστηµα, αναζητώντας τον επενδυτή που θα καταβάλει 25 εκατ. ευρώ προκειµένου να δώσει ξανά ζωή στο πρώτο… mall της πρωτεύουσας.
Το ακίνητο, συνολικής επιφάνειας 20.000 τ.µ., εδώ και δύο δεκαετίες παραµένει σφραγισµένο και χωρίς συντήρηση, ενώ η πυρκαγιά που κατέστρεψε το Μινιόν το 1980 προκάλεσε αρκετές φθορές στις υποδοµές του κτιρίου. Η Folli Follie Holdings, ωστόσο, εκτιµά πως το brand του Μινιόν αποτελεί µέχρι και σήµερα ένα σηµαντικό δέλεαρ για τους υποψήφιους αγοραστές, δεδοµένου ότι είναι το µοναδικό κτίριο µε προδιαγραφές πολυκαταστήµατος στην καρδιά του κέντρου της Αθήνας, το οποίο προσφέρεται ακόµα για µετατροπή σε ξενοδοχείο.
Το «Έθνος της Κυριακής» µπήκε στα άδυτα του Μινιόν και κατέγραψε την εικόνα της εγκατάλειψης που παρουσιάζει σήµερα το κτίριο το οποίο µεσουράνησε στην εµπορική ζωή της µεταπολεµικής Ελλάδας, µίλησε µε τη ζωντανή ιστορία του Μινιόν και µεταφέρει άγνωστες ιστορίες από την άνοδο και την πτώση του πολυκαταστήµατος-θρύλου της Αθήνας. Επιδείξεις µόδας από τον διεθνούς φήµης σχεδιαστή Γιάννη Τσεκλένη, θεατρικά δρώµενα µε τον θίασο του Θανάση Βέγγου και του Χάρρυ Κλυνν αλλά και συναυλίες της Χαρούλας Αλεξίου και του Άκη Πάνου εξιστορούνται από τους ίδιους τους συντελεστές του Μινιόν.
Η ιστορία του Μινιόν ξεκινά από τα µέσα της δεκαετίας του ’30
Το 1934, ο Γιάννης Γεωργακάς ανοίγει µαζί µε έναν φίλο του ένα περίπτερο στα Χαυτεία µε το όνοµα «Το Μινιόν». Σταδιακά ο Γεωργακάς βάζει στα ράφια του είδη που δεν πωλούσαν τα υπόλοιπα περίπτερα, όπως ξυραφάκια, βελόνες, κλωστές, και µονοπωλεί την αγορά της Οµόνοιας. Παράλληλα γίνεται ο πρώτος έµπορος λιανικής ο οποίος εισάγει τις εκπτώσεις και τις προσφορές, πωλώντας προϊόντα ανά πεντάδες ή δεκάδες σε χαµηλότερη τιµή, µε αποτέλεσµα να σχηµατίζονται ουρές έξω από το περίπτερό του.
Ένας έµπορος στην Πατησίων, ο Ζελιώτης, του προτείνει να νοικιάσει το κατάστηµά του καθώς η πελατεία του Γεωργακά δεν χωρούσε πλέον στο περίπτερο. Καταφέρνει να πάρει την πρώτη άδεια εισαγωγών-εξαγωγών και αναλαµβάνει την αντιπροσωπεία αναπτήρων τρίπλεξ, κίνηση που τον απογειώνει. Μέσα στα επόµενα χρόνια, το Μινιόν κατορθώνει να αναδειχθεί στο 11ο µεγαλύτερο πολυκατάστηµα της Ευρώπης πουλώντας 120.000 είδη, ακόµα και αυτοκίνητα, διαθέτοντας µέχρι κοµµωτήριο, απασχολώντας περισσότερους από 1.000 εργαζόµενους ενώ συνεργαζόταν µε 2.500 προµηθευτές.
«Ήµασταν το πρώτο πολυκατάστηµα που έβαλε κυλιόµενες σκάλες, πράγµα άγνωστο για την εποχή. Το πρώτο πολυκατάστηµα που λειτούργησε εντός του σούπερ µάρκετ. Είχαµε 4 εκατοµµύρια χτυπήµατα εισόδου σε ετήσια βάση. Το Μινιόν ήταν ταξίδι προορισµού, η µισή Ελλάδα τότε περνούσε από εκεί» λέει στο «Εθνος της Κυριακής» ο Θεόδωρος Πιπέρης, ο οποίος προσελήφθη ως διακοσµητής το 1965 και επί 20 χρόνια διετέλεσε διευθυντής του καταστήµατος και στενός συνεργάτης του Γεωργακά.
Ο κ. Πιπέρης -εκτός των άλλων- ήταν και ο άνθρωπος ο οποίος διοργάνωνε τα περίφηµα θεάµατα του Μινιόν και περιγράφει τις χολιγουντιανού τύπου παραγωγές που άφησαν εποχή: «Κάναµε επιδείξεις µόδας στις βιτρίνες του καταστήµατος. Θεατρικές παραστάσεις για τα παιδιά µε τον Βέγγο και τον Χάρρυ Κλυνν στο αµφιθέατρο του έκτου ορόφου. Τα Χριστούγεννα φέρναµε τον Αγιο Βασίλη µε ποµπή από το αεροδρόµιο του Ελληνικού µέχρι την Οµόνοια την οποία συνόδευαν φιλαρµονική και µαζορέτες από την Κέρκυρα.
Παράλληλα, ζωντανεύαµε ταινίες του Ντίσνεϊ κατ’ αποκλειστικότητά µας. Είχαµε ταξιδέψει µέχρι τη ∆ανία, στις εγκαταστάσεις της Lego, για να µας στέλνουν υλικό για τον παιδότοπό µας. ∆ιοργανώναµε πανελλήνιο διαγωνισµό τραγουδιού µε έπαθλο 800.000 δρχ. Πέρασαν από αυτόν όλα τα µεγάλα ονόµατα της εποχής, Αλεξίου, Πάνου. ∆εν υπήρχε κάτι που να µη γίνεται στο Μινιόν».
Οι καινοτομίες
Ήταν τέτοια η ευρηµατικότητα του Γεωργακά και η ικανότητά του στο µάρκετινγκ, που από τους διαδρόµους του Μινιόν παρέλασαν µοντέλα µε ρούχα σχεδιασµένα από τον διεθνούς φήµης ντιζάινερ Γιάννη Τσεκλένη και εκτέθηκαν έργα του ζωγράφου Γιάννη Γαΐτη. Ο Γιάννης Τσεκλένης µιλά στο «Εθνος της Κυριακής» για τις καινοτοµίες που εισήγαγε το Μινιόν στο ελληνικό εµπόριο, αλλά και για την προσωπική του σχέση µε τον Γεωργακά, η οποία τον βοήθησε να δηµιουργήσει µόδα made in Greece.
«Τον Ιανουάριο του 1977 χτυπάει το τηλέφωνο και µου κάνουν πρόταση να σχεδιάσω σχολική ένδυση για το Μινιόν. Είχα σχεδιάσει µια µικρή συλλογή µε στολές εµπνευσµένες από το σαφάρι, αλλά αντί για φυσιγγιοθήκες είχαν µολυβοθήκες. Ξεκίνησαν να ράβονται οι ποδιές και µόλις βγήκαν στα ράφια του Μινιόν έγινε ένας µικρός χαµός.
Από τον εργασιακό παράδεισο, στην πύρινη κόλαση
Οσοι εργάστηκαν στο πολυκατάστηµα τη χρυσή εποχή του Μινιόν κάνουν λόγο για έναν εργασιακό παράδεισο στον οποίο χαίρονταν να δουλεύουν και να εξελίσσουν το αντικείµενό τους µε συνεχή εκπαίδευση. «∆εν απολύαµε εύκολα κόσµο. Συγχωρούσαµε τα λάθη. Σε όσους ταξίδευαν στο εξωτερικό για σεµινάρια πληρώναµε το ταξίδι για τους ίδιους και τις οικογένειές τους. ∆ιοργανώναµε βραδιές σαµπάνιας για το προσωπικό µέσα στο Μινιόν µετά τη δουλειά. ∆ίναµε µπόνους για την επίτευξη των στόχων στις πωλήσεις, ενώ όποιος έκοβε το κάπνισµα επί έξι µήνες έπαιρνε διπλό µισθό.
Ο πιο ευγενικός και χαµογελαστός υπάλληλος του µήνα έπαιρνε µπόνους» περιγράφει στο «Έθνος» η σύζυγος του ιδιοκτήτη του Μινιόν, Αµαλία Γεωργακά, φέρνοντας στη µνήµη της τις εκδροµές µε τους υπαλλήλους του Μινιόν στις παραλίες της Αττικής που παρέπεµπαν σε ελληνική ταινία.
Τα ξηµερώµατα της 19ης ∆εκεµβρίου 1980, το Μινιόν γίνεται στόχος εµπρησµού και καταστρέφεται ολοσχερώς από την πυρκαγιά που εκδηλώνεται σε όλο το οικοδοµικό τετράγωνο Πατησίων – Βερανζέρου – Σατωβριάνδου και ∆ώρου. Από εκείνο το µοιραίο βράδυ η κυρία Γεωργακά θυµάται την ψυχραιµία και την επιµονή που επέδειξε ο σύζυγός της για να ξαναστήσει το Μινιόν µέσα από τις στάχτες.
«Θυµάµαι έντονα τις στιγµές µετά την πυρκαγιά και την αγάπη που µας έδειξε ο κόσµος τόσο τις επόµενες ηµέρες όσο και όταν ξανανοίξαµε το Μινιόν. Ο σύζυγός µου δούλευε επί 24 ώρες για να επαναλειτουργήσει το Μινιόν». Το επόµενο πρωί, ο Γιάννης Γεωργακάς έδωσε εντολή στους διευθυντές του ταξιδιωτικού τοµέα να πάνε στους σταθµούς των τρένων και στα αεροδρόµια προκειµένου να βεβαιωθούν ότι οι εκδροµείς που είχαν κλείσει τις χριστουγεννιάτικες διακοπές τους από το Μινιόν αναχωρούν κανονικά.
Το Μινιόν ξανανοίγει τις πόρτες του για το κοινό σε χρόνο-ρεκόρ, στις παλιές αποθήκες της επιχείρησης επί της οδού ∆ώρου, όµως η φωτιά του ’80 ήταν η αρχή του τέλους για το πάλαι ποτέ πολυκατάστηµα-σύµβολο της Αθήνας.
πηγή: ethnos.gr