Σε ένα από τα πιο παρθένα σημεία της Βουλιαγμένης, στα βραχάκια μετά τη μαρίνα στο Μικρό Καβούρι, κολυμβητές, πεζοπόροι αλλά και όσοι περνούν με σκάφος συναντούν ένα πραγματικά περίεργο μικροσκοπικό ξωκκλήσι.
Μέσα κυριολεκτικά στο βράχο και με προσθήκες από πέτρα, βότσαλα, μάρμαρο και άλλα υλικά προβάλλει μια κατασκευή που έχει δημιουργήσει το δικό της θρύλο στην περιοχή. Πρόκειται για τον Άγιο Νικόλαο, όπως ονομάτισε το εκκλησάκι ο δημιουργός του, Νίκος Ξένος.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα ευμέγεθες εικονοστάσι, λαξεμένο στην πέτρα με προσθήκες που θυμίζουν τη βυζαντινή ναοδομία (όπως κωδωναστάσι και περίβολος), ώστε όλοι να το ονομάζουν εκκλησία. Στο μικρό εσωτερικό χώρο που έχει δημιουργηθεί από το βράχο και τις πέτρες έχει τοποθετηθεί πλήθος εικόνων καθώς και άλλα θρησκευτικά αντικείμενα. Σε μια μαρμάρινη πλάκα δίπλα στη μεταλλική πορτούλα αναγράφεται: «Άγιος Νικόλαος. Κτήτωρ Νικ. Ξένος ζωγράφος γλύπτης 1947».
Φαίνεται πάντως ότι η αποπεράτωση της κατασκευής διήρκεσε πολλά χρόνια, καθώς πολλές γενιές Βουλιαγμενιωτών θυμούνται τον ιδιόρρυθμο ζωγράφο να εργάζεται μεθοδικά και αδιάκοπα, φέρνοντας υλικά με τις βάρκες που ξεκινούσαν από το σημερινό «Εν Πλω» (καθώς δεν υπήρχε δρόμος για το Λαιμό) και κατασκευάζοντας τα διάφορα στοιχεία της κατασκευής που σε πολλά σημεία θυμίζουν ψηφιδωτό.
Μια εργασία πολλών ετών
Ο «επίσημος» ιστορικός της Βουλιαγμένης, ο Δημήτριος Κουτσογιάννης στο βιβλίο του Παληά Βουλιαγμένη (εκδόθηκε το 1984), τοποθετεί το έργο αρκετά αόριστα στη δεκαετία 1950-60.
Γράφει συγκεκριμένα: «Υπήρξε ένας ζωγράφος αττικογράφος, καλλιτέχνης γενικότερα, που αφιέρωσε χρόνια και χρόνια της ζωής του απασχολούμενος χειμώνα καλοκαίρι για να δημιουργήσει ένα σύμπλεγμα κατασκευών και διαρρυθμίσεων σε μια παραθαλάσσια βραχώδη παραλία του Μικρού Καβουρίου […] Αποτελεί μια απόδειξη της επιμονής και υπομονής ενός καλλιτέχνη που χρόνια ολόκληρα διέθεσε για να μετασχηματίσει το άγριο αυτό μέρος σε ένα ήμερο αλλά τελείως ασυνήθιστο κατασκεύασμα».
Σε τέσσερα σημεία της κατασκευής βρίσκει κανείς σήμερα μαρμάρινες επιγραφές, το περιεχόμενο των οποίων φωτίζει κάπως την προσωπικότητα του καλλιτέχνη και τη φιλοσοφία που ήθελε να προβάλλει από το έργο του: «Η εργασία είναι προσευχή», «Η εργασία και η αγάπη προς τον πλησίον είναι το κήρυγμα του Χριστού», «Εις την αργία υπάρχει διαρκής απογοήτευσις» και «Μηδέν το κέρδος του μίσους και της αποκτήσεως, τα πάντα ματαιότης».
Ο ίδιος περιγράφεται από όσους τον γνώρισαν ως ιδιαίτερα εργατικός και αφοσιωμένος αν και όχι πλούσιος άνθρωπος. Αντιθέτως, όπως θυμάται η Κική Κασιδόκωστα, δεχόταν φιλέματα και ζούσε σαν να μην είχε πόρους. Κάποτε της παρέδωσε και κατ’ οίκον δύο μαθήματα ζωγραφικής και από τότε θυμάται ότι ήταν ένα «γλυκό πρόσωπο, ξανθός με βαθιά έντονα γαλανά μάτια». Ήταν «γελαστός αλλά στον κόσμο του»…
Η Μαρία Δράκου θυμάται καλά τον Νίκο Ξένο, καθώς η ταβερνούλα του πατέρα της, Μανώλη Δράκου, «Τα πιτσούνια», που ήταν και το σπίτι της οικογένειας (σε ένα κτίσμα που αρχικά ήταν ασβεστοκάμινο) βρισκόταν λίγο πιο πέρα, στη σημερινή μαρίνα. «Ένας πολύ ήσυχος, ήρεμος και προσηλωμένος στη θρησκεία άνθρωπος», μας λέει.
Ένας μοναχικός δημιουργός
Σε κάθε περίπτωση, ήταν ένας άνθρωπος μοναχικός. Χωρίς οικογένεια και συγγενείς, «έφυγε» το 1983 στην Αθήνα μάλλον αθόρυβα, γεννημένος στο Αργάσι Ζακύνθου το 1908.
Από μια όμορφη σύμπτωση, η μητέρα του σημερινού δημοτικού συμβούλου από τη Βάρη, Νίκου Ζυγούρη, ήταν η ανηψιά του. Όπως θυμάται ο σύζυγός της, δεν γνώριζαν καν πού έμενε ο Νίκος Ξένος και το προσκλητήριο για το γάμο τους, το 1967, το άφησαν στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου.
Γνωρίζουμε από το Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών (εκδόσεις Μέλισσα) ότι σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών (1925-1932) και πραγματοποίησε ταξίδια στη Γερμανία για μια καλλιτεχνική μετεκπαίδευση. «Ασχολήθηκε κυρίως με τοπία, ιδιαίτερα το αττικό, στο πλαίσιο της παραστατικής ζωγραφικής, αξιοποιώντας παράλληλα ιμπρεσιονιστικά στοιχεία», αναφέρεται στο σχετικό λήμμα. Έργα του βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη, στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων, στην Πινακοθήκη Αβέρωφ και αλλού.
Στην ιστορία της τέχνης ο Νίκος Ξένος έμεινε γνωστός ως ένας ελάσσων ζωγράφος.
Στην ιστορία της περιοχής πάντως θα μείνει για πάντα ως ο σεμνός δημιουργός του Αγίου Νικολάου.
πηγή: Γιώργος Λαουτάρης / dimosiografos.com