Ένας θρύλος που πέθανε από λάθος.
Ο Πίτερ Κρας ξεκινάει τη βιογραφία του Τζακ Ντάνιελ, ιδρυτή του Jack Daniel’s Tennessee Whiskey, «Αίμα και Ουίσκι» με τον τίτλο «Το καταραμένο παιδί», κεντρίζοντας έτσι το ενδιαφέρον του κοινού γι’ αυτόν τον περίεργο, γεμάτο μυστήρια γύρω από το όνομά του, τύπο, που μέσα από όλες τις κακουχίες κατάφερε να κυριαρχήσει αλλά τελικά πέθανε από… τα νεύρα του.
Στον τάφο του αναγράφεται η ημερομηνία γέννησης 5 Σεπτεμβρίου 1850 μα η μητέρα του,
Λουσίντα, είχε ήδη πεθάνει λίγα χρόνια νωρίτερα. Κι αυτή είναι μία από τις δεκάδες ανακρίβειες σχετικά με τη ζωή του Τζάσπερ Νιούτον «Τζακ» Ντάνιελ.
Ο Τζακ ήταν ο μικρότερος και πιο μικροκαμωμένος από τα 10 παιδιά της οικογένειας και
εκείνος που, στα 13 του, περιέθαλψε τον πατέρα τους που αρρώστησε βαριά όσο τα αδέρφια του μάχονταν στο πλευρό των Νοτίων.
Η μητέρα του είχε ήδη πεθάνει λίγο καιρό αφότου γεννήθηκε ο Τζακ, ενώ η οικογενειακή φάρμα καταστράφηκε στη διάρκεια του εμφυλίου αφήνοντάς τους χωρίς εισόδημα. Οι σχέσεις του με τη μητριά του και μητέρα τριών ακόμα αδερφών, δεν ήταν καλές και έτσι όταν ο πατέρας πέθανε, έφυγε από το σπίτι χωρίς να κοιτάξει πίσω.
Προκειμένου να κερδίσει τα προς το ζην, ο νεαρός Τζακ άρχισε να βοηθά τον παπά της
ενορίας στην παρασκευή ουίσκι το οποίο μετά πουλούσαν. Το αγγλοσκωτσέζικο DNA που του κληροδότησαν οι μετανάστες από την Ουαλία και τη Σκωτία, πρόγονοί του, τον ανέδειξε γρήγορα σε μέγα ποτοποιό με αποτέλεσμα να αναλάβει ο ίδιος το αποστακτήριο, στα 19 του χρόνια όπως λέγεται αλλά κανείς δεν μπορεί να πιστοποιήσει, και το 1884 να αγοράσει την έκταση όπου βρισκόταν η επιχείρηση.
Ο Τζακ αντιλήφθηκε γρήγορα την σημαντικότητα του μάρκετινγκ, παρουσιάζοντας τα τετράγωνα μπουκάλια με τυπωμένο και όχι κολλημένο το λογότυπο και μέσα σε μία δεκαετία έγινε το δεύτερο σε πωλήσεις αποστακτήριο της περιοχής.
Τότε καθιέρωσε και την ονομασία Old No 7, που όπως λέγεται, με πληθώρα άλλων σεναρίων σχετικά με την ονοματοδοσία να θολώνουν ακόμα περισσότερο τον μύθο του Ντάνιελ, ήταν ο αριθμός που του έδωσαν στα φορολογικά μητρώα όταν έστησε επίσημα την επιχείρηση.
Όμως δεν έμεινε μόνο εκεί. Η 10μελής μπάντα Jack Daniel’s Silver Cornet Band έδινε
παραστάσεις σε όλο τον αμερικανικό νότο προωθώντας το Jack Daniel’s και στα πιο απομακρυσμένα μέρη. Βάζοντας το λογότυπό του σε αερόστατα αλλά και σε άμαξες, ήταν πλέον βέβαιος πως κανείς δεν θα μπορούσε να αγνοήσει το προϊόν του.
Ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό τον αντιμετώπιζε σαν μέσο προώθησης. Διατηρούσε πάντα το ίδιο ντύσιμο με το καπέλο και το μακρύ παλτό συνδυασμένα με το αυστηρό παπιγιόν να λειτουργούν ως σήμα κατατεθέν.
Η φήμη του είχε ήδη απογειωθεί και η κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου για το καλύτερο
ουίσκι, το 1904 επισφράγισε την άριστη ποιότητα των προϊόντων του. Παρά το γεγονός πως ήταν λάτρης των γυναικών, και ειδικά των κατά πολύ νεότερών του, δεν παντρεύτηκε και δεν απέκτησε ποτέ δική του οικογένεια. Αγκάλιασε τα ανίψια του σαν δικά του παιδιά, και τους έδωσε θέση στην επιχείρηση την οποία τους παρέδωσε λίγο πριν το θάνατό του.
Και μπορεί ο Τζακ Ντάνιελ να κατέκτησε την κορυφή, όμως ξέχασε πως ήταν πάντα
άνθρωπος, εύθραυστος και φιλάσθενος.
Μια μέρα ανήμπορος να θυμηθεί τον κωδικό του χρηματοκιβωτίου, νευρίασε τόσο που κλώτσησε το σκουριασμένο, μεταλλικό κουτί με τόση δύναμη που τραυμάτισε το δάχτυλο του ποδιού του και για μέρες κούτσαινε. Δεν πήγε ποτέ σε γιατρό με αποτέλεσμα να πάθει γάγγραινα και λίγο καιρό αργότερα να ακρωτηριάσει το πόδι του.
Η υγεία του δεν επανήλθε ποτέ και ο Τζακ Ντάνιελ, ο κυρίαρχος του αμερικανικού ουίσκι πέθανε πέντε χρόνια μετά, αφήνοντας πίσω του έναν κολοσσό και έναν μύθο, που πάντα θα σαγηνεύει το ίδιο έντονα με το ουίσκι του…
πηγή: Ματίλντα Καλλιοντζή / menshouse.gr