Δύσκολοι καιροί για την κορυφαία αθλητική διοργάνωση του πλανήτη. Το υπέρογκο κόστος και οι εξωφρενικές απαιτήσεις της ΔΟΕ φαίνεται να λειτουργούν πλέον αποτρεπτικά για τους κατοίκους των υποψηφίων πόλεων, που δηλώνουν ευθαρσώς ότι μπορούν να ζήσουν και “χωρίς Ολυμπιακούς Αγώνες”.
Το μάθημα γίνεται πάθημα, αν και όχι από όλους τους εμπλεκόμενους στη διαδικασία. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες παραμένουν πάντα το μεγαλύτερο αθλητικό γεγονός του πλανήτη, αντιπροσωπεύουν ένα συγκλονιστικό πανανθρώπινο ιδεώδες, παραμένουν μία ύψιστη τιμή για τη χώρα και την πόλη που τους διοργανώνει και είναι μια ανεπανάληπτη ευκαιρία προβολής στα πέρατα της Οικουμένης.
Όμως, η “γεύση” που άφησαν όλες οι τελευταίες διοργανώσεις ήταν μάλλον “πικρή”. Και συνέπεσε με μία περίοδο οικονομικής κρίσης και μεγάλων κοινωνικών. Αποτέλεσμα; Το “μεγαλύτερο πάρτι στον κόσμο”, αυτό για το οποίο “σφάζονταν” πόλεις και από τις πέντε ηπείρους προκειμένου να έχουν την τιμή και το προνόμιο να το φιλοξενήσουν, δυσκολεύεται πλέον να βρει… “οικοδεσπότες”.
Την εβδομάδα που πέρασε οι κάτοικοι της πόλης Κάλγκαρι στον Καναδά κλήθηκαν να αποφασίσουν με δημοψήφισμα αν επιθυμούν να είναι οι διοργανωτές των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2026. Το αποτέλεσμα έμοιαζε κάτι παραπάνω από αναμενόμενο δεδομένης της λατρείας των Καναδών για τα χειμερινά σπορ, αλλά το αποτέλεσμα της κάλπης ήταν σχεδόν σοκαριστικό:
“Ευχαριστούμε, αλλά να μας λείπει“… Ακόμη μεγαλύτερο χτύπημα δέχθηκε η ΔΟΕ από το γεγονός ότι τρεις ακόμη πόλεις απέσυραν τις υποψηφιότητές τους, εκτιμώντας ότι δεν μπορούν πλέον να ανταποκριθούν οικονομικά στις απαιτήσεις της διοργάνωσης.
Τόσο οι Θερινοί όσο και οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες δεν έχουν απολέσει τίποτε από την αίγλη τους. Χιλιάδες αθλητές, σχεδόν από όλες τις χώρες του πλανήτη, παραμερίζουν τις όποιες έχθρες, αντιπαλότητες και διαφορές και συναγωνίζονται κάθε τέσσερα χρόνια για “το ωραίο, το μεγάλο και το αληθινό” με την ιδέα που γεννήθηκε στην αρχαία Ελλάδα το 778 π.χ. και αναβίωσε στην Αθήνα το 1896, να χαίρει πάντα καθολικής αποδοχής.
Η ανθρώπινη απληστία όμως καραδοκεί πάντα και όσο γιγαντώνεται το Ολυμπιακό Κίνημα, τόσο μεγαλύτερο γίνεται το κόστος της διοργάνωσης, τόσο πιο υπερβολικές γίνονται οι απαιτήσεις της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, τόσο πιο συχνές είναι οι υπερβολές των διοργανωτών προκειμένου να αποδείξουν κατάφεραν να κάνουν “τους καλύτερους Ολυμπιακούς Αγώνες στην ιστορία“. Μόνο που αυτή η ιστορία επιβεβαιώνει ότι η ολυμπιακή εμπειρία γίνεται όλο και πιο δυσάρεστη για την κάθε διοργανώτρια χώρα αφού σβήσουν τα φώτα και φύγουν οι φιλοξενούμενοι.
Είναι κοινό μυστικό πλέον ότι τα οφέλη της μετά-Ολυμπιακής πόλης δεν είναι πλέον τα αναμενόμενα ή αυτά που ήταν στο παρελθόν, δεδομένου ότι οι δαπάνες για τους αγώνες έχουν πλέον εκτοξευθεί σε δυσθεώρητα ύψη, καθώς οι πόλεις επιδίδονται σε έναν άτυπο “διαγωνισμό” για το ποιός θα διοργανώσει τους Αγώνες που “θα γράψουν ιστορία”.
Η διστακτικότητα των πόλεων φέρνει τη ΔΟΕ αντιμέτωπη με μία σκληρή πραγματικότητα αναφορικά με το μέλλον των Αγώνων. Από το ρεκόρ των υποψήφιων διεκδικητών για τους Αγώνες του 2004 – 11 τον αριθμό – που τελικά κέρδισε η Αθήνα, φτάσαμε σε μόλις δύο – και αυτοί με το… ζόρι – διεκδικητές για τους Αγώνες του 2024 που τελικά θα διεξαχθούν στο Παρίσι.
Η Βοστόνη απέσυρε το 2015 την υποψηφιότητά της για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024. Και όπως δηλώνει στο BBC ο Κρις Ντέμπσεϊ, που πρωτοστάτησε στην εκστρατεία κατά της ανάληψης των Αγώνων, οι Βοστονέζοι αρχικά αντιμετώπιζαν θετικά την υποψηφιότητα. Αλλά κάποια στιγμή, οι αρχές της πόλης αντιλήφθηκαν έγκαιρα ότι δεν θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στο υψηλό κόστος της διοργάνωσης. Ακόμη χειρότερα, υποστηρίζει ότι η όλη εκστρατεία υπέρ των Αγώνων έγινε από μία ομάδα πολύ πλούσιων και ισχυρών παραγόντων που ουδεμία εμπλοκή θα είχαν με το λογαριασμό που θα έπρεπε να πληρωθεί στο τέλος.
Το γεγονός είναι ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι πλέον το πιο… ακριβό σπορ στον κόσμο. Κοστίζουν πολλά δισ. δολάρια και αυτά χωρίς να συνυπολογίζονται οι παράλληλες δαπάνες για μεταφορές, υποδομές, ασφάλεια, κ.λπ.
Από το 1960 και μετά, το κόστος της διοργάνωσης αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο. Οι πιο ακριβοί μέχρι σήμερα ήταν οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες στο Σότσι της Ρωσίας που κόστισαν 51 δισ. δολάρια. Καθώς ήταν οι πρώτοι Αγώνες που διεξήχθησαν στη χώρα, μετά τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας (επί ΕΣΣΔ) το 1980, οι Ρώσοι βάλθηκαν να αποδείξουν σε όλους πόσο καλά μπορούν να τα καταφέρουν. Και ξόδεψαν χωρίς φειδώ… Αξίζει να σημειωθεί συγκριτικά ότι οι Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου το 2008 είχαν κοστίσει “μόλις” 40 δισ. δολάρια.
Οι αναλυτές προσθέτουν στους λόγους που οδηγούν σε αυτό το “όργιο δαπανών” την απειρία των διοργανωτών, καθώς οι περισσότερες πόλεις αναλαμβάνουν για πρώτη φορά τη διοργάνωση, ή το γεγονός ότι βγαίνουν εκτός ελέγχου καθώς στατιστικά η προηγούμενη φορά που μπορεί να τους διοργάνωσαν ήταν πριν από πολλές δεκαετίες.
Θορυβημένη από τις εξελίξεις εμφανίζεται η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή που επιθυμεί να αποφύγει τα χειρότερα. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι για πρώτη φορά, θα συνδράμει με το ποσό των 1,8 δισ. δολαρίων την οργανωτική επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων του Λος Άντζελες το 2028 (η πόλη είχε διοργανώσει ξανά τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1932 και το 1984).
Όσο για το μετά; Το παράδειγμα της Βαρκελώνης το 1992 ήταν μάλλον η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Τα Ολυμπιακά Ακίνητα δεν μαράζωσαν μόνο στην Αθήνα, αλλά και στο Ρίο Ντε Τζανέιρο μετά το 2016. Ενώ και στη Νότια Κορέα, το Ολυμπιακό Στάδιο που χτίστηκε για τους τελευταίους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες χρησιμοποιήθηκε μόνο τέσσερις φορές και αυτές ήταν στο πλαίσιο της διοργάνωσης.
πηγή: news247.gr