Ληστείες έχουν γίνει πολλές, σαν αυτή καμία…
Από τον Απρίλιο του 2018 το όνομα του «φιγουράρει» στη λίστα με τους πιο καταζητούμενους κακοποιούς σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η ιστοσελίδα «eumostwanted.eu», που λειτουργεί υπό την αιγίδα της EUROPOL, φιλοξενεί στοιχεία και φωτογραφίες του και ενημερώνει κάθε… ενδιαφερόμενο ότι η αμοιβή για τη σύλληψη του αγγίξει το 1 εκατομμύριο ευρώ!
Εδώ και 10 χρόνια ωστόσο οι προσπάθειες των αστυνομικών – Ελλήνων και ξένων – έχουν αποβεί άκαρπες. Ο Βασίλης Παλαιοκώστας έχει δικαιώσει πλήρως το προσωνύμιο «φαντομάς». Παραμένει ελεύθερος από τις 22 Φεβρουαρίου του 2009, οπότε και έλαβε χώρα η δεύτερη κινηματογραφική απόδραση του από τις φυλακές Κορυδαλλού.
Το Σεπτέμβριο του 2014 το BBC magazine είχε αφιέρωμα εφτά σελίδων στη ζωή του «Έλληνα Ρομπέν των Φτωχών», όπως τον χαρακτήριζε.
Η ζωή, η δράση και η ικανότητα του να διαφεύγει κάτω από τη μύτη των Αρχών, υπερβαίνουν ακόμα και το πιο ευφάνταστο σενάριο μιας χολιγουντιανής παραγωγής. Αν ποτέ γυριστεί πράγματι μία αφιερωματική ταινία για χάρη του 53χρονου σήμερα θρυλικού κακοποιού,τρία είναι τα γεγονότα στα οποία ο σκηνοθέτης θα βρει πεδίο δόξης λαμπρό για να «χτίσει» όλο το project.
Τα δύο αφορούν βέβαια τις ισάριθμες αποδράσεις με ελικόπτερο από τον Κορυδαλλό. Και το άλλο τη μεγαλύτερη ληστεία που έχει γίνει ποτέ στην Ελλάδα, το απίθανο χτύπημα στο υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στην Καλαμπάκα τον Ιούνιο του 1992.
Τότε που ο Βασίλης και ο Νίκος Παλαιοκώστας πέταξαν μια ολόκληρη περιουσία από τα παράθυρα του κλεμμένου Audi, καθιστώντας δύσβατο το δρόμο για τα περιπολικά που τους καταδίωκαν.
Η επιχείρηση είχε σχεδιαστεί από το συνεργό τους, τον επονομαζόμενο «Καλλιτέχνη», κατά κόσμον Νίκο Σαμαρά, στους βράχους των Μετεώρων. Ο Σαμαράς, ο οποίος είχε σπουδάσει καλλιτεχνικό σχέδιο, ζωγράφισε έναν χάρτη της πόλης σε ένα μπλοκ ζωγραφικής, πάνω στον οποίο χαράχτηκε το όλο εγχείρημα.
Επρόκειτο για ένα παράτολμο σχέδιο, καθότι σε απόσταση μικρότερη των 500 μέτρων βρισκόταν το τοπικό Αστυνομικό Τμήμα. Οι κάτοικοι της περιοχής δεν είχαν καμία αμφιβολία ότι ένας επιπλέον στόχος των δραστών ήταν η γελοιοποίηση της αστυνομίας.
Φορώντας κοστούμια (!) και γυαλιά ηλίου, οι τρεις άνδρες μπαίνουν στο τραπεζικό κατάστημα, προτάσσοντας τα αυτόματα όπλα. «Ληστεία», φωνάζει ο Βασίλης Παλαιοκώστας και κατευθύνεται προς το χρηματοκιβώτιο.
Ζητά από τον αρμόδιο τραπεζικό υπάλληλο να το ανοίξει. Εκείνος υπακούει, προηγούμενως ωστόσο πατά το κουμπί πανικού για την κλήση της αστυνομίας, χωρίς να γίνει αντιληπτός. Οι δράστες φυσικά έχουν προνοήσει.
Το μοναδικό περιπολικό του τοπικού Aστυνομικού Tμήματος έχει μπλοκαριστεί ανάμεσα σε δύο «δικά» τους (κλεμμένα φυσικά) οχήματα. Οι αστυνομικοί αναγκάζονται να φτάσουν στο σημείο με τα πόδια και μετά από αρκετή καθυστέρηση.
Τα αδέλφια Παλαιοκώστα και ο Σαμαράς έχουν ήδη «φορτώσει» τη λεία τους, η οποία αποδεικνύεται πολύ μεγαλύτερη απ’ ότι υπολόγιζαν: 150.000.000 δραχμές, ήτοι 440.000 ευρώ με σημερινά δεδομένα.
Όταν οι αστυνομικοί καταφέρνουν πια να επιβιβαστούν στο περιπολικό για να καταδιώξουν τους δράστες είναι πια πολύ αργά. Οδηγώντας το Audi προς τα βουνά της περιοχής, που ως ντόπιοι γνωρίζουν πολύ καλά, φροντίζουν να προκαλέσουν συμφόρηση στους δρόμους.
Ο Βασίλης πετάει ανά δεσμίδες τα πεντοχίλιαρα από το παραθύρο και φυσικά τα νέα μαθαίνονται εν ριπή οφθαλμού. Οι οδηγοί των οχηματών που προσπερνάει το Audi βλέπουν έκπληκτοι να «βρέχει» χαρτονομίσματα και φυσικά σταματούν για να συλλέξουν τα ουρανοκατέβατα δώρα, που για τους πιο τυχερούς υπερβαίνουν ακόμα και την αξία του ετήσιου μισθού τους.
Λίγα λεπτά αργότερα στους δρόμος επικρατεί χάος. Το «μονοπάτι» των τριών ληστών έχει γεμίσει από τυχοδιώκτες της στιγμής, καθώς στην άσφαλτο έχουν διασκοπιστεί πολλά εκατομμύρια. Όπως αναφέρουν αργότερα τα τοπικά μέσα ενημέρωσης, ο Παλαιοκώστας άφησε πίσω του περί τα 90 εκατομμύρια δραχμές!
Φυσικά οι τρεις σύντροφοι καταφέρνουν να διαφύγουν. Για να μην αφήσει ίχνη, ο Παλαιοκώστας αναγκάζεται να κλέψει αργότερα το Nissan ενός ντόπιου. Λίγες ώρες αργότερα τού το επιστρέφει γυαλισμένο και με 150.000 δραχμές κάτω από το χαλί της θέσης του οδηγού!
Ήταν η μέρα που εδραίωσε το μύθο του Βασίλη Παλαιοκώστα ως «Έλληνα Ρομπέν των Δασών». Από τη δεκαετία του ’80, οπότε ξεκίνησε η παράνομη δράση του, κυρίως σε βάρος κοσμηματοπωλείων – σε δικογραφία που σχηματίστηκε το 1988 αποδόθηκαν στα δύο αδέρφια 27 κλοπές και διαρρήξεις – το brand του πιο διαβόητου Έλληνα κακοποιού συνδυάστηκε με τις αγαθοεργίες.
Πάντα μοίραζε μέρος της λείας του σε ανθρώπους που ο ίδιος χαρακτήριζε βιοπαλαιστές και για αυτό, όπως έχει αναφέρει σε επιστολή του στα Μ.Μ.Ε., «δεν βρέθηκε ένας καταδότης να με παραδώσει στα χέρια των διωκτών μου».
Να είναι άραγε αυτή η φήμη του υπερασπιστή των φτωχών που τον βοηθά να παραμένει ασύλληπτος εδώ και 10 χρόνια; Το σίγουρο είναι ότι αν γίνει ντοκιμαντέρ για τη ζωή του εγκληματία που εκτός από ένοπλες ληστείες βαρύνεται και με τις απαγωγές του Αλέξανδρου Χαϊτόγλου και του Γιώργου Μυλωνά, δεν είναι λίγοι εκείνοι που εθελοντικά θα διαφήμιζαν on camera τη φωτεινή πλευρά του χαρακτήρα του.
πηγή: menshouse.gr