Εκκλησιαστικές πηγές λένε για τις αλλαγές στο μισθολογικό καθεστώς των κληρικών: «Ο Αρχιεπίσκοπος αισθάνθηκε ότι χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση μετά την περίφημη δήλωση Τζανακόπουλου»
Ομόφωνα για δεύτερη φορά η Ιεραρχία είπε «όχι» στις όποιες αλλαγές στο μισθολογικό καθεστώς των κληρικών.
«Δυσάρεστη εξέλιξη «θεωρεί το γεγονός το υπουργείο Παιδείας που τονίζει σε ανακοίνωση ότι «Εξ αρχής αποσαφηνίστηκε από τον Πρωθυπουργό και τον Αρχιεπίσκοπο πως οι άξονες της συμφωνίας συγκροτούν μια ενιαία ολότητα και δεν μπορούν να τεμαχιστούν. Σε μια Δημοκρατία ο διάλογος μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας δεν μπορεί να διεξάγεται με κόκκινες γραμμές και στείρες αρνήσεις. Δεν νοείται η απάντηση της Εκκλησίας σε μια ολοκληρωμένη κι αναλυτική πρόταση της Πολιτείας να είναι μία άρνηση χωρίς κανένα επιχείρημα. Η Κυβέρνηση είναι πάντοτε έτοιμη να διεξάγει ειλικρινή κι εξαντλητικό διάλογο εντός του πλαισίου της συμφωνίας της 6/11/2018, χωρίς εξαιρέσεις, επιλεκτικές προτιμήσεις και εκ των υστέρων τελεσίγραφα, όπως αυτά που τέθηκαν με τη σημερινή απόφαση της Ιεραρχίας».
Εκκλησιαστικοί κύκλοι πάντως έλεγαν ότι «ανατράπηκε το αφήγημα που με πολύμηνο σχεδιασμό είχε καταστρώσει ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος και οι υπαρχηγοί του» και τονίζουν:
«Ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας είχε βάλει ως στόχο να ανοίξει θέμα διαδοχής στην ηγεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος μέσω της απομείωσης της επιρροής του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου στην Ιεραρχία και της υποβάθμισης του κύρους και του γοήτρου του πατώντας ουσιαστικά πάνω στο ζήτημα της πρόθεσης συμφωνίας Εκκλησίας-Πολιτείας και κατηγορώντας τον Αρχιεπίσκοπο για ταύτιση με την κυβέρνηση». Και συμπλήρωναν ότι: «Ο Μεσσηνίας προσπαθεί να δομήσει μία ετερόκλητη συμμαχία Ιεραρχών προκειμένου να πλήξει προσωπικά τον κ. Ιερώνυμο αλλάζοντας τελείως στάση προς στην κυβέρνηση την οποία εμμέσως στήριζε καθώς κανείς στην Εκκλησία δεν ξεχνά την παρέμβαση στα συλλαλητήρια για την Μακεδονία, και τη στάση του κατά των εκατοντάδων χιλιάδων που συμμετείχαν».
Οι ίδιοι κύκλοι τονίζουν ότι: «Αυτό όμως που δεν είχε υπολογίσει ήταν ότι ο Αρχιεπίσκοπος ποτέ δεν θα έβαζε τίποτα παραπάνω από την Εκκλησία, το συμφέρον της πατρίδας και τους ίδιους τους κληρικούς που όλα αυτά τα δύσκολα χρόνια της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης στήριξαν την κοινωνία και ιδιαίτερα τους πιο αδύναμους».
Οι ίδιες εκκλησιαστικές πηγές λένε χαρακτηριστικά ότι «Ο Αρχιεπίσκοπος αισθάνθηκε ότι χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση μετά την περίφημη δήλωση Τζανακόπουλου δύο ημέρες μετά την ανακοίνωση της πρόθεσης συμφωνίας Εκκλησίας Πολιτείας περί αποπομπής από το δημόσιο 10.000 κληρικών και πρόσληψη 10.000 «δικών μας παιδιών στη θέση τους».
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους «ήταν αποφασισμένος με όχημα και την απόφαση της Ιεραρχίας το Νοέμβριο και ισχυρό όπλο στα χέρια του να «τορπιλίσει» ο ίδιος τη συμφωνία θέτοντας εκτός διαλόγου το υφιστάμενο εργασιακό καθεστώς των κληρικών.
Χωρίς την συναίνεση και την συγκατάθεση των κληρικών ήταν σαφές, όπως έλεγαν ότι ο Αρχιεπίσκοπος δεν θα προχωρούσε καθώς η απόλυτη διασφάλιση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των κληρικών ήταν για αυτόν εκ των ων ουκ ανευ.
Και αυτό ήταν κάτι που δεν είχε υπολογίσει ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος την ώρα που συνέτασσε το γνωμοδοτικό σημείωμα σχετικά με τη μη νομιμότητα εκλογής Τιτουλάριου Επισκόπου σε χηρεύουσα μητρόπολη της εκκλησίας της Ελλάδος.
Επίσης, ο Μεσσηνίας δεν είχε υπολογίσει ότι ο Αρχιεπίσκοπος θα πρότεινε τη συνέχιση του διαλόγου με την πολιτεία δηλαδή την παραπομπή του θέματος στις ελληνικές καλένδες και κατά βάση στην κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές όποτε αυτές γίνουν τον Μάιο είτε τον Οκτώβριο.
Το «όχημά» του για την αμφισβήτηση του Αρχιεπισκόπου ήταν η εκλογή του Μητροπολίτη Γλυφάδας.
Στο γνωμοδοτικό του σημείωμα αντέκρουσαν οι πλέον αρμόδιοι δηλαδή ο καθηγητής Βλάσσης Φειδάς εκ των συντακτών του Καταστατικού της Εκκλησίας και πλέον αυθεντικός του ερμηνευτής ο κανονολόγος του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Αναστάσιος Βαβούσκος και ο νομικός σύμβουλος της Εκκλησίας της Ελλάδος Θ. Παπαγεωργίου -και φυσικά ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Μάξιμος, με εξαιρετικά τεκμηριωμένο τρόπο.
Η ψηφοφορία μετά την εκλογή στη Μητρόπολη Σιατίστης στην οποία εξέλεγη ο Μητροπολίτης Καστοριάς Αθανάσιος Γιανουσάς, επιλογής του Αρχιεπισκόπου με ψήφους περισσότερους από ότι εξελέγη Μητροπολίτης Περιστερίου ο επίσκοπος Κλήμης Μεθώνης ξεκίνησε η αμφίρροπη αναμέτρηση για τη Γλυφάδα.
Στο Τριπρόσωπο ο Αλέξιος Ψωίνος πήρε 52 ψήφους ενώ ο προταθείς από τον Αρχιεπίσκοπο Επίσκοπος Σαλώνων Αντώνιος γενικός διευθυντής της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας οικονομικών έλαβε 50 ψήφους. Και ενώ είθισται οι Ιεράρχες αυτόν που παίρνει τις περισσότερες ψήφους στο Τριπρόσωπο τελικά ο Αντώνιος εξελέγη μέσα από μία διαδικασία θρίλερ.
Η τελευταία φορά που κάποιος είχε εκλεγεί Μητροπολίτης ενώ ήταν δεύτερος στο Τριπρόσωπο ήταν το 1984 στην Μητρόπολη Μηθύμνης όταν εξελέγη ο νυν Μητροπολίτης Χρυσόστομος. Στην τελική ψηφοφορία ο Ψωίνος έλαβε 38 ψήφους έναντι 37 του Σαλώνων και μία λευκής. Όμως 38 και 37 και μία λευκή κάνουν 76 ενώ οι Ιεράρχες που ψήφισαν ήταν 77 όπως διαπίστωσε ο Μητροπολίτης Θεσσαλιότιδος Τιμόθεος.
Αμέσως μετά σύσσωμη η Ιεραρχία με την επανακαταμέτρηση έβγαλε ισοψηφία 38 – 38 και ένα λευκό. Και τελικά ο Σαλώνων ο έχων τα πρεσβεία εξελέγη Μητροπολίτης Γλυφάδας.
Κύκλοι προσκείμενοι στον Αρχιεπίσκοπο έλεγαν χαρακτηριστικά ότι «ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος στην ηλικία των 81 ετών απέδειξε ότι ακόμα και στα πιο δύσκολα ακόμα και όταν έχει να αντιμετωπίσει θεούς και δαίμονες είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού, ο οποίος χαίρει της εμπιστοσύνης της Ιεραρχίας».